Τα λίγα γράμματα που μπορούσε να μάθει κανείς κοντά στους δασκάλους της Κέρκυρας κατά τη Βενετοκρατία, μπορούσε να αποδειχθούν πολύτιμα. Ας μην ξεχνάμε ότι εκείνη την εποχή, που δεν υπήρχε πουθενά στην Ευρώπη οργανωμένο εκπαιδευτικό σύστημα, οι εγγράμματοι ήταν ελάχιστοι έξω από την ανώτερη τάξη.
Για τον λόγο αυτόν, η υποτυπώδης, έστω, παιδεία, μπορούσε να εξασφαλίσει κάποια κοινωνική εξέλιξη. Αν ο εγγράμματος χωρικός ή ποπολάρος της πόλης δεν κατάφερνε να προσεγγίσει την ανώτερη τάξη, είχε έστω τη δυνατότητα να βελτιώσει την κοινωνική του θέση στο χωριό ή την εμπορική κοινότητα.
Στα χωριά, οι ελάχιστοι εγγράμματοι μπορούσαν να καταλάβουν κάποιο από τα τοπικά αξιώματα, όπως του Γέροντα (κοινοτάρχης) ή του Κοντόσταβλου (επικεφαλής των πολιτοφυλάκων και αστυνόμος), ενώ στην πόλη («Εμπορείο» στη γλώσσα της εποχής), είχε τη δυνατότητα να απασχοληθεί ως εμπορικός αντιπρόσωπος και μεσάζων. Τέλος, οι εγγράμματοι μπορούσαν να ενταχθούν στις χαμηλότερες βαθμίδες της γραφειοκρατίας, ή να σταδιοδρομήσουν ως νοτάριοι (συμβολαιογράφοι).
Για τους δύο τελευταίους τομείς. Όμως, ήταν απαραίτητο να γνωρίζουν, εκτός από ελληνικά, και ιταλικά. Για τούτο και οι δυσεύρετοι δάσκαλοι της ιταλικής ήταν πολύ καλύτερα αμειβόμενοι από τους υπολοίπους και η φοίτηση κοντά τους αποτελούσε μια πολύ σοβαρή επένδυση.
Η κατάσταση που επικρατούσε στην Κέρκυρα την εποχή εκείνη δεν διέφερε πολύ από τη σημερινή. Η βενετική διοίκηση χρησιμοποιούσε την ιταλική, αλλά πολλά έγγραφα έπρεπε να μεταφράζονται αφού αφορούσαν Έλληνες υπηκόους. Σήμερα, τα έγγραφα της γραφειοκρατίας της Ε.Ε. πρέπει παρομοίως να μεταφράζονται. Για τον ίδιο λόγο, αλλά και εξαιτίας της διέλευσης πολλών ξένων εμπόρων από το λιμάνι της Κέρκυρας, η διερμηνεία ήταν εξ ίσου σημαντική, όπως και σήμερα που η Κέρκυρα προσπορίζεται το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός της από ξένους τουρίστες. Χαριτολογώντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Μετάφραση και η Διερμηνεία στην Κέρκυρα έχουν ιστορία κάποιων αιώνων πριν από την ίδρυση του Τμήματος Ξένων Γλωσσών Μετάφρασης και Διερμηνείας, στοιχείο που δικαιολογεί την εγκατάστασή του στο νησί μας.
Πολλοί γονείς από την ύπαιθρο, έκαναν μεγάλες οικονομικές θυσίες, προκειμένου να δώσουν στα παιδιά τους (τα αγόρια, καθώς τα κορίτσια ακόμη και αν οι γονείς είχαν την πρόθεση, δεν θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν τις γνώσεις τους επαγγελματικά) την ευκαιρία για μια καλύτερη ζωή, και στους απογόνους τους την πιθανότητα κοινωνικής ανέλιξης.
Μια τέτοια περίπτωση συναντάμε στη σύμβαση διδασκαλίας από το αρχείο του ιερ. Φραγκίσκου Κοντού από το Γαστούρι.
ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΙΤΑΛΙΚΩΝ(17ος αι.)
1689, Ιουνίου 20, εις την οικίαν του κυρ Γιώργου Κοντού, στο χωρίο του Γαστουρίου, ο παρών οσιότατος κύριος Φιλόθεος Ιερομόναχος ο Κορνάρης, ενώπιον ημών, ομπληγάρεται[1] να μάθη τα γράμματα, να γροικά την γλώσσα την Φράγγικην και ταις γραφαις και άλλα φράγκικα[2], να τα βάνει εις τα Ρωμαίικα και τα Ρωμαίικα εις τα Φράγκικα, και αγροικά καλά την γλώσσαν την Φράγγικη….. ήγουν των ιδίων των παιδιών του άνωθεν κυρ Γιώργου, του Μένιγου και του Θοδωρή, και τούτον του Μένιγου εις διορίαν χρόνον ένανε και του Θοδωρή μήνες 18. Και διά τον κόπον ως άνωθεν του αυτού Ιερομονάχου, υπόσχεται να του δώση δουκάτα προς λίτρες 6 το ένα 37, κάνοντας ήμυσα δύο πάγες[3] ως καθώς τα άνωθεν παιδιά μαθαίνουν, και τα άλλα ήμυσα εις το τέλος όπου ο άνωθεν καιρός τελειώνει και η μάθηση των άνωθεν παιδιών ως άνωθεν. Τα οποία δουκάτα ως άνωθεν έλαβε ο άνωθεν Ιερομόναχος από τον άνωθεν Κοντό 13. Εις το παρόν και ούτως εσυμφώνησαν και ευχαριστήθησαν ενώπιον μαρτύρων του κυρ Βιτόριου Γιωργάτου και κυρ Κωσταντή Τζηλιάνου εκ το άνωθεν χωρίο του Γαστουρίου.
Α.Ν.Κ., Συμβ, Τόμος 409, Φιλτζα 27, σ. 29r
Τα 37 δουκάτα που πλήρωσε ο κυρ Γιώργος Κοντός, έπιασαν σίγουρα τόπο, αν και, όπως προκύπτει από τον κατάλογο του Ιστορικού Αρχείου, κανένα από τα δύο παιδιά δεν έγινε τελικά συμβολαιογράφος. Παρ’ όλο που επί του παρόντος δεν γνωρίζουμε την εξέλιξή τους, είναι σχεδόν βέβαιο ότι κάπου αξιοποίησαν τις γνώσεις τους και μάλλον επικερδώς. Όπως, άλλωστε, έχουμε αναφέρει, η κοινωνία της εποχής είχε ανάγκη από εγγράμματους και μάλιστα γλωσσομαθείς.
Όσον αφορά στον δάσκαλο, ιερ. Φιλόθεο Κορνάρη, πρόκειται μάλλον για γόνο μιας από τις πολλές προσφυγικές οικογένειες που είχαν εγκατασταθεί κατά τον 17ο αι., ύστερα από την κατάληψη της Κρήτης από τους Οθωμανούς. Το επώνυμό του (πιθ. Από το Cornaro) δηλώνει βενετοκρητική καταγωγή, ήταν δηλαδή απόγονος μιας από τις δεκάδες βενετικές οικογένειες που είχαν εγκατασταθεί στην Κρήτη μετά το 1204 και σταδιακά εξελληνίστηκαν, ενώ πολλοί ασπάστηκαν το Ορθόδοξο δόγμα.
____________________________
[1] Ομπληγάρεται: αναλαμβάνει την υποχρέωση.
[2] Όπως και με τα ελληνικά, τα ιταλικά διδάσκονταν κυρίως μέσω εκκλησιαστικών βιβλίων. Παρ’όλα αυτά, η διάδοση της τυπογραφίας παρείχε τη δυνατότητα χρήσης και άλλων εντύπων κοσμικού χαρακτήρα.
[3] Πάγα: σύνολο, «στήλη»._
(το παρόν άρθρο συντάχθηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Κέρκυρα Σήμερα", 21-9-2006, σ. 5)
Για τον λόγο αυτόν, η υποτυπώδης, έστω, παιδεία, μπορούσε να εξασφαλίσει κάποια κοινωνική εξέλιξη. Αν ο εγγράμματος χωρικός ή ποπολάρος της πόλης δεν κατάφερνε να προσεγγίσει την ανώτερη τάξη, είχε έστω τη δυνατότητα να βελτιώσει την κοινωνική του θέση στο χωριό ή την εμπορική κοινότητα.
Στα χωριά, οι ελάχιστοι εγγράμματοι μπορούσαν να καταλάβουν κάποιο από τα τοπικά αξιώματα, όπως του Γέροντα (κοινοτάρχης) ή του Κοντόσταβλου (επικεφαλής των πολιτοφυλάκων και αστυνόμος), ενώ στην πόλη («Εμπορείο» στη γλώσσα της εποχής), είχε τη δυνατότητα να απασχοληθεί ως εμπορικός αντιπρόσωπος και μεσάζων. Τέλος, οι εγγράμματοι μπορούσαν να ενταχθούν στις χαμηλότερες βαθμίδες της γραφειοκρατίας, ή να σταδιοδρομήσουν ως νοτάριοι (συμβολαιογράφοι).
Για τους δύο τελευταίους τομείς. Όμως, ήταν απαραίτητο να γνωρίζουν, εκτός από ελληνικά, και ιταλικά. Για τούτο και οι δυσεύρετοι δάσκαλοι της ιταλικής ήταν πολύ καλύτερα αμειβόμενοι από τους υπολοίπους και η φοίτηση κοντά τους αποτελούσε μια πολύ σοβαρή επένδυση.
Η κατάσταση που επικρατούσε στην Κέρκυρα την εποχή εκείνη δεν διέφερε πολύ από τη σημερινή. Η βενετική διοίκηση χρησιμοποιούσε την ιταλική, αλλά πολλά έγγραφα έπρεπε να μεταφράζονται αφού αφορούσαν Έλληνες υπηκόους. Σήμερα, τα έγγραφα της γραφειοκρατίας της Ε.Ε. πρέπει παρομοίως να μεταφράζονται. Για τον ίδιο λόγο, αλλά και εξαιτίας της διέλευσης πολλών ξένων εμπόρων από το λιμάνι της Κέρκυρας, η διερμηνεία ήταν εξ ίσου σημαντική, όπως και σήμερα που η Κέρκυρα προσπορίζεται το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός της από ξένους τουρίστες. Χαριτολογώντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Μετάφραση και η Διερμηνεία στην Κέρκυρα έχουν ιστορία κάποιων αιώνων πριν από την ίδρυση του Τμήματος Ξένων Γλωσσών Μετάφρασης και Διερμηνείας, στοιχείο που δικαιολογεί την εγκατάστασή του στο νησί μας.
Πολλοί γονείς από την ύπαιθρο, έκαναν μεγάλες οικονομικές θυσίες, προκειμένου να δώσουν στα παιδιά τους (τα αγόρια, καθώς τα κορίτσια ακόμη και αν οι γονείς είχαν την πρόθεση, δεν θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν τις γνώσεις τους επαγγελματικά) την ευκαιρία για μια καλύτερη ζωή, και στους απογόνους τους την πιθανότητα κοινωνικής ανέλιξης.
Μια τέτοια περίπτωση συναντάμε στη σύμβαση διδασκαλίας από το αρχείο του ιερ. Φραγκίσκου Κοντού από το Γαστούρι.
ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΙΤΑΛΙΚΩΝ(17ος αι.)
1689, Ιουνίου 20, εις την οικίαν του κυρ Γιώργου Κοντού, στο χωρίο του Γαστουρίου, ο παρών οσιότατος κύριος Φιλόθεος Ιερομόναχος ο Κορνάρης, ενώπιον ημών, ομπληγάρεται[1] να μάθη τα γράμματα, να γροικά την γλώσσα την Φράγγικην και ταις γραφαις και άλλα φράγκικα[2], να τα βάνει εις τα Ρωμαίικα και τα Ρωμαίικα εις τα Φράγκικα, και αγροικά καλά την γλώσσαν την Φράγγικη….. ήγουν των ιδίων των παιδιών του άνωθεν κυρ Γιώργου, του Μένιγου και του Θοδωρή, και τούτον του Μένιγου εις διορίαν χρόνον ένανε και του Θοδωρή μήνες 18. Και διά τον κόπον ως άνωθεν του αυτού Ιερομονάχου, υπόσχεται να του δώση δουκάτα προς λίτρες 6 το ένα 37, κάνοντας ήμυσα δύο πάγες[3] ως καθώς τα άνωθεν παιδιά μαθαίνουν, και τα άλλα ήμυσα εις το τέλος όπου ο άνωθεν καιρός τελειώνει και η μάθηση των άνωθεν παιδιών ως άνωθεν. Τα οποία δουκάτα ως άνωθεν έλαβε ο άνωθεν Ιερομόναχος από τον άνωθεν Κοντό 13. Εις το παρόν και ούτως εσυμφώνησαν και ευχαριστήθησαν ενώπιον μαρτύρων του κυρ Βιτόριου Γιωργάτου και κυρ Κωσταντή Τζηλιάνου εκ το άνωθεν χωρίο του Γαστουρίου.
Α.Ν.Κ., Συμβ, Τόμος 409, Φιλτζα 27, σ. 29r
Τα 37 δουκάτα που πλήρωσε ο κυρ Γιώργος Κοντός, έπιασαν σίγουρα τόπο, αν και, όπως προκύπτει από τον κατάλογο του Ιστορικού Αρχείου, κανένα από τα δύο παιδιά δεν έγινε τελικά συμβολαιογράφος. Παρ’ όλο που επί του παρόντος δεν γνωρίζουμε την εξέλιξή τους, είναι σχεδόν βέβαιο ότι κάπου αξιοποίησαν τις γνώσεις τους και μάλλον επικερδώς. Όπως, άλλωστε, έχουμε αναφέρει, η κοινωνία της εποχής είχε ανάγκη από εγγράμματους και μάλιστα γλωσσομαθείς.
Όσον αφορά στον δάσκαλο, ιερ. Φιλόθεο Κορνάρη, πρόκειται μάλλον για γόνο μιας από τις πολλές προσφυγικές οικογένειες που είχαν εγκατασταθεί κατά τον 17ο αι., ύστερα από την κατάληψη της Κρήτης από τους Οθωμανούς. Το επώνυμό του (πιθ. Από το Cornaro) δηλώνει βενετοκρητική καταγωγή, ήταν δηλαδή απόγονος μιας από τις δεκάδες βενετικές οικογένειες που είχαν εγκατασταθεί στην Κρήτη μετά το 1204 και σταδιακά εξελληνίστηκαν, ενώ πολλοί ασπάστηκαν το Ορθόδοξο δόγμα.
____________________________
[1] Ομπληγάρεται: αναλαμβάνει την υποχρέωση.
[2] Όπως και με τα ελληνικά, τα ιταλικά διδάσκονταν κυρίως μέσω εκκλησιαστικών βιβλίων. Παρ’όλα αυτά, η διάδοση της τυπογραφίας παρείχε τη δυνατότητα χρήσης και άλλων εντύπων κοσμικού χαρακτήρα.
[3] Πάγα: σύνολο, «στήλη»._
(το παρόν άρθρο συντάχθηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Κέρκυρα Σήμερα", 21-9-2006, σ. 5)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου