Εδώ και πολλά χρόνια, οι ανεπτυγμένες χώρες έχουν αντιμετωπίσει με επιτυχία τις περισσότερες θανατηφόρες λοιμώδεις ασθένειες. Οι νόσοι που μας απασχολούν πλέον σχετίζονται περισσότερο με τη διατροφή και τον τρόπο ζωής μας, παρά με την επίδραση ιών, με την εξαίρεση του AIDS και της Ηπατίτιδας C. Τώρα πια, ασθένειες όπως ο τύφος και η ελονοσία ταλαιπωρούν σχεδόν αποκλειστικά τον πληθυσμό του λεγόμενου «τρίτου κόσμου». Τι συνέβαινε, όμως παλιότερα στον τόπο μας;
Είναι ευρέως γνωστό ότι αρκετές φορές στο παρελθόν η Κέρκυρα είχε πληγεί από επιδημίες πανώλης, οι οποίες «θέρισαν» τον πληθυσμό προκαλώντας απόγνωση. Είναι ελάχιστα γνωστό, όμως, ότι το νησί μας, όπως και ολόκληρη σχεδόν η Ευρώπη, ταλαιπωρούταν για αιώνες από την ευλογιά, μια ασθένεια, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ακόμη και ενδημική, αν αναλογιστούμε τη συχνότητα των επιδημιών και τη γεωγραφική τους εξάπλωση. Πραγματικά, όπως προκύπτει από τις ληξιαρχικές πράξεις θανάτων των εκκλησιών, κάθε είκοσι με τριάντα χρόνια, ξεσπούσε επιδημία ευλογιάς σε κάποιες περιοχές της Κέρκυρας.
Είναι πραγματικά θλιβερό το να διαβάζει κανείς αυτά τα έγγραφα. Χωρίς να κάνει διακρίσεις μεταξύ μικρών και μεγάλων, η ευλογιά έπληττε κυρίως τα παιδιά μέχρι δέκα ετών. Δεν λείπουν, φυσικά, και θύματα σε ώριμη ηλικία, αν και ο αριθμός τους είναι σημαντικά μικρότερος, ενώ μια προσεκτικότερη ματιά στις ημερομηνίες θανάτων, μας οδηγεί στην εκτίμηση ότι επρόκειτο, συνήθως, για περιπτώσει ανθρώπων που, εν αγνοία τους, μετέφεραν τον θανατηφόρο ιό στις περιοχές και τα χωριά τους.
Οι πρόγονοί μας δεν είχαν τα μέσα για να αντιμετωπίσουν την επιδημία. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να αποφεύγουν τις μετακινήσεις και τον συνωστισμό, και να προσεύχονται για την εκτόνωση του κακού. Αυτό ίσχυε μέχρι και τον 18ο αιώνα.
Αν και η «ασιομανία» του δυτικού κόσμου θέλει τους Κινέζους να ανακαλύπτουν πρώτοι πως η επάλειψη με υγρό από φλύκταινες ευλογιάς προκαλούσε στους υγιείς σχετική ανοσία από τη νόσο, είναι γεγονός ότι και άλλοι λαοί που ασχολούνταν με την εκτροφή βοοειδών, όπως οι κάτοικοι της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας, είχαν κάνει την ίδια παρατήρηση. Αυτήν την πρωτόγονη πρακτική έλαβε κατ’ αρχήν υπόψη του ο Κεφαλλονίτης ιατρός Ιάκωβος Πυλαρινός όταν, στις αρχές του 18ου αιώνα και ενώ βρισκόταν στην υπηρεσία του Οθωμανού Σουλτάνου, άρχισε να ασχολείται με την αντιμετώπιση της ευλογιάς.
Κατόπιν, ο Επτανήσιος επιστήμονας ήρθε σε επαφή με τον σύγχρονό του Χίο ιατρό, Εμμανουήλ Τιμόνη που διεξήγαγε σχετική έρευνα. Τα αποτελέσματα της δικής του έρευνας και την επινόηση μιας νέας μεθόδου, αυτής της έγχυσης, εξέδωσε ο Πυλαρινός στα 1715 στη Βενετία, ενώ ο Τιμόνης είχε προβεί σε σχετική ανακοίνωση προς τη Βασιλική Ιατρική Εταιρεία του Λονδίνου από το 1713. Αργά, αλλά σταθερά, η νέα μέθοδος άρχισε να κερδίζει έδαφος, με τα Επτάνησα να βρίσκονται στην πρωτοπορία της εφαρμογής της.
Όταν, στα 1796 ο Βρετανός Εδουάρδος Ζέννερ εξέδωσε το έργο του περί ευλογιάς, στην πραγματικότητα δεν έκανε τίποτε άλλο από το να βελτιώσει απλώς τη μέθοδο των Πυλαρινού και Τιμόνη. Εν τούτοις, η σχετική καθυστέρηση των Βορειοευρωπαίων στο να αποδεχτούν και να εφαρμόσουν τη μέθοδο των Ελλήνων ιατρών, οδήγησε στο να θεωρείται διεθνώς ο Ζέννερ ως ο πατέρας του δαμαλισμού. Κι όμως, η αναγνώριση της προσφοράς του Ιάκωβου Πυλαρινού και του Εμμανουήλ Τιμόνη, δεν είναι ζήτημα εθνικής υπερηφάνειας, αλλά απόδοσης τιμών σε εκείνους που προσέφεραν ανεκτίμητες υπηρεσίες στην ανθρωπότητα.
Απόδειξη, πάντως για την ευρεία διάδοση του δαμαλισμού στα Επτάνησα πολλά χρόνια πριν τον Ζέννερ, αποτελεί και η έκκληση από πλευράς της Επτανησιακής Εκκλησίας στα 1779 για γενικό δαμαλισμό των παιδιών προς αντιμετώπιση της επιδημίας που έπληξε τότε τα νησιά.
ΠΡΟΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΔΑΜΑΛΙΣΜΟ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΤΟΥ ΣΚΡΙΠΕΡΟΥ (18ος αι.)
1779, Μαγίου 20. Ήρθε η λιμική ασθένια –ευλωγιά και έκαμαι τόσον θλίνον ις τα πεδιά και ης μεγάλους άντρας ις την χώραν και ις τα χωριά τις Κέρκυρας, ος η Ραχήν[1] κλέουσα τα τέκνα αυτής. Με την προσταγήν του προανάρχου πατρός από τις αμαρτίες μας και ο Θεώς μας έδοκε σπαθί, και τον παρακαλούμε να κάμι έλεος και εσπλαχνία ης εμάς τους αμαρτωλούς και ταλέπορους. Ίρθε και ης χορίον Σκριπερό Ιουλίου 15 και έκαμε θλίνω ις τα πεδιά ευλογιά και ψιλίθρα ανακατωμένι. Μα ώσα πεδιά εκεντρόσανε[2] απώ ευλογιά καλί, δεν έπαθε κανένα τίποτα. Και σας παρακαλώ ευλογιμένι Χριστιανί ανίσος και έλθι μετά καιρού, να έχετε την ευχή τις Παναγίας και του Ιού της και πάντων τον Αγίον και εμέ του αμαρτωλού και αναξίου, και να κεντρώνετε ώλα τα πεδιά και ώση άντρες ήνε μεγάλι να κεντρώνοντε και αυτή με τω θέλιμα του Πρωανάρχου Πατρός. Και το γράφω διά ενθίμιση ις τους μεταγενεστέρους.
Ιωάννης Κριτικός Πρωτοπαπάς επαρχίας Κάτω Μέσης
Ληξ. Πράξεις Εκκλησιών, Υ.Θ. Λυβιώτισσας, Τόμος 289
Ο Πρωτοπαπάς Ιωάννης Κρητικός, αν και ανορθόγραφος, ήταν σε θέση να γνωρίζει τις προόδους της ιατρικής της εποχής του. Μπορεί να θεωρούσε την επιδημία της ευλογιάς ως μέσο Θείας τιμωρίας, πίστευε, εν τούτοις, ότι ο Θεός είχε οδηγήσει τον άνθρωπο στην επινόηση μέσων για την αντιμετώπιση της ασθένειας. Και μόνο το γεγονός αυτό δείχνει την πρόοδο που είχε συντελεστεί στην ευρωπαϊκή, και μάλιστα την Επτανησιακή, σκέψη της εποχής. Με την έκκληση που απευθύνει σε όλους να εμβολιάσουν τα παιδιά τους, ο Πρωτοπαπάς καταδεικνύει την αγωνία του κλήρου για την πληγή που μάστιζε το ποίμνιο, αλλά και την αποφασιστικότητα με την οποία η Εκκλησία στα Επτάνησα προωθούσε τα επιστημονικά επιτεύγματα για το καλό του κοινωνικού συνόλου.
[1] Ραχήν: Ραχήλ.
[2] Κεντρώνω: μπολιάζω, εδώ εμβολιάζω.
Είναι ευρέως γνωστό ότι αρκετές φορές στο παρελθόν η Κέρκυρα είχε πληγεί από επιδημίες πανώλης, οι οποίες «θέρισαν» τον πληθυσμό προκαλώντας απόγνωση. Είναι ελάχιστα γνωστό, όμως, ότι το νησί μας, όπως και ολόκληρη σχεδόν η Ευρώπη, ταλαιπωρούταν για αιώνες από την ευλογιά, μια ασθένεια, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ακόμη και ενδημική, αν αναλογιστούμε τη συχνότητα των επιδημιών και τη γεωγραφική τους εξάπλωση. Πραγματικά, όπως προκύπτει από τις ληξιαρχικές πράξεις θανάτων των εκκλησιών, κάθε είκοσι με τριάντα χρόνια, ξεσπούσε επιδημία ευλογιάς σε κάποιες περιοχές της Κέρκυρας.
Είναι πραγματικά θλιβερό το να διαβάζει κανείς αυτά τα έγγραφα. Χωρίς να κάνει διακρίσεις μεταξύ μικρών και μεγάλων, η ευλογιά έπληττε κυρίως τα παιδιά μέχρι δέκα ετών. Δεν λείπουν, φυσικά, και θύματα σε ώριμη ηλικία, αν και ο αριθμός τους είναι σημαντικά μικρότερος, ενώ μια προσεκτικότερη ματιά στις ημερομηνίες θανάτων, μας οδηγεί στην εκτίμηση ότι επρόκειτο, συνήθως, για περιπτώσει ανθρώπων που, εν αγνοία τους, μετέφεραν τον θανατηφόρο ιό στις περιοχές και τα χωριά τους.
Οι πρόγονοί μας δεν είχαν τα μέσα για να αντιμετωπίσουν την επιδημία. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να αποφεύγουν τις μετακινήσεις και τον συνωστισμό, και να προσεύχονται για την εκτόνωση του κακού. Αυτό ίσχυε μέχρι και τον 18ο αιώνα.
Αν και η «ασιομανία» του δυτικού κόσμου θέλει τους Κινέζους να ανακαλύπτουν πρώτοι πως η επάλειψη με υγρό από φλύκταινες ευλογιάς προκαλούσε στους υγιείς σχετική ανοσία από τη νόσο, είναι γεγονός ότι και άλλοι λαοί που ασχολούνταν με την εκτροφή βοοειδών, όπως οι κάτοικοι της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας, είχαν κάνει την ίδια παρατήρηση. Αυτήν την πρωτόγονη πρακτική έλαβε κατ’ αρχήν υπόψη του ο Κεφαλλονίτης ιατρός Ιάκωβος Πυλαρινός όταν, στις αρχές του 18ου αιώνα και ενώ βρισκόταν στην υπηρεσία του Οθωμανού Σουλτάνου, άρχισε να ασχολείται με την αντιμετώπιση της ευλογιάς.
Κατόπιν, ο Επτανήσιος επιστήμονας ήρθε σε επαφή με τον σύγχρονό του Χίο ιατρό, Εμμανουήλ Τιμόνη που διεξήγαγε σχετική έρευνα. Τα αποτελέσματα της δικής του έρευνας και την επινόηση μιας νέας μεθόδου, αυτής της έγχυσης, εξέδωσε ο Πυλαρινός στα 1715 στη Βενετία, ενώ ο Τιμόνης είχε προβεί σε σχετική ανακοίνωση προς τη Βασιλική Ιατρική Εταιρεία του Λονδίνου από το 1713. Αργά, αλλά σταθερά, η νέα μέθοδος άρχισε να κερδίζει έδαφος, με τα Επτάνησα να βρίσκονται στην πρωτοπορία της εφαρμογής της.
Όταν, στα 1796 ο Βρετανός Εδουάρδος Ζέννερ εξέδωσε το έργο του περί ευλογιάς, στην πραγματικότητα δεν έκανε τίποτε άλλο από το να βελτιώσει απλώς τη μέθοδο των Πυλαρινού και Τιμόνη. Εν τούτοις, η σχετική καθυστέρηση των Βορειοευρωπαίων στο να αποδεχτούν και να εφαρμόσουν τη μέθοδο των Ελλήνων ιατρών, οδήγησε στο να θεωρείται διεθνώς ο Ζέννερ ως ο πατέρας του δαμαλισμού. Κι όμως, η αναγνώριση της προσφοράς του Ιάκωβου Πυλαρινού και του Εμμανουήλ Τιμόνη, δεν είναι ζήτημα εθνικής υπερηφάνειας, αλλά απόδοσης τιμών σε εκείνους που προσέφεραν ανεκτίμητες υπηρεσίες στην ανθρωπότητα.
Απόδειξη, πάντως για την ευρεία διάδοση του δαμαλισμού στα Επτάνησα πολλά χρόνια πριν τον Ζέννερ, αποτελεί και η έκκληση από πλευράς της Επτανησιακής Εκκλησίας στα 1779 για γενικό δαμαλισμό των παιδιών προς αντιμετώπιση της επιδημίας που έπληξε τότε τα νησιά.
ΠΡΟΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΔΑΜΑΛΙΣΜΟ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΤΟΥ ΣΚΡΙΠΕΡΟΥ (18ος αι.)
1779, Μαγίου 20. Ήρθε η λιμική ασθένια –ευλωγιά και έκαμαι τόσον θλίνον ις τα πεδιά και ης μεγάλους άντρας ις την χώραν και ις τα χωριά τις Κέρκυρας, ος η Ραχήν[1] κλέουσα τα τέκνα αυτής. Με την προσταγήν του προανάρχου πατρός από τις αμαρτίες μας και ο Θεώς μας έδοκε σπαθί, και τον παρακαλούμε να κάμι έλεος και εσπλαχνία ης εμάς τους αμαρτωλούς και ταλέπορους. Ίρθε και ης χορίον Σκριπερό Ιουλίου 15 και έκαμε θλίνω ις τα πεδιά ευλογιά και ψιλίθρα ανακατωμένι. Μα ώσα πεδιά εκεντρόσανε[2] απώ ευλογιά καλί, δεν έπαθε κανένα τίποτα. Και σας παρακαλώ ευλογιμένι Χριστιανί ανίσος και έλθι μετά καιρού, να έχετε την ευχή τις Παναγίας και του Ιού της και πάντων τον Αγίον και εμέ του αμαρτωλού και αναξίου, και να κεντρώνετε ώλα τα πεδιά και ώση άντρες ήνε μεγάλι να κεντρώνοντε και αυτή με τω θέλιμα του Πρωανάρχου Πατρός. Και το γράφω διά ενθίμιση ις τους μεταγενεστέρους.
Ιωάννης Κριτικός Πρωτοπαπάς επαρχίας Κάτω Μέσης
Ληξ. Πράξεις Εκκλησιών, Υ.Θ. Λυβιώτισσας, Τόμος 289
Ο Πρωτοπαπάς Ιωάννης Κρητικός, αν και ανορθόγραφος, ήταν σε θέση να γνωρίζει τις προόδους της ιατρικής της εποχής του. Μπορεί να θεωρούσε την επιδημία της ευλογιάς ως μέσο Θείας τιμωρίας, πίστευε, εν τούτοις, ότι ο Θεός είχε οδηγήσει τον άνθρωπο στην επινόηση μέσων για την αντιμετώπιση της ασθένειας. Και μόνο το γεγονός αυτό δείχνει την πρόοδο που είχε συντελεστεί στην ευρωπαϊκή, και μάλιστα την Επτανησιακή, σκέψη της εποχής. Με την έκκληση που απευθύνει σε όλους να εμβολιάσουν τα παιδιά τους, ο Πρωτοπαπάς καταδεικνύει την αγωνία του κλήρου για την πληγή που μάστιζε το ποίμνιο, αλλά και την αποφασιστικότητα με την οποία η Εκκλησία στα Επτάνησα προωθούσε τα επιστημονικά επιτεύγματα για το καλό του κοινωνικού συνόλου.
[1] Ραχήν: Ραχήλ.
[2] Κεντρώνω: μπολιάζω, εδώ εμβολιάζω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου