Τις προηγούμενες εβδομάδες αναφερθήκαμε στις ορθόδοξες θρησκευτικές αδελφότητες στην Κέρκυρα της περιόδου της βενετοκρατίας. Περιγράψαμε τον τρόπο σύστασής τους και ανάδειξης των διοικήσεών τους, ενώ σε προηγούμενες περιπτώσεις έχουμε αναφερθεί στον τρόπο λειτουργίας τους. Δεν ήταν όμως μόνο οι Ορθόδοξες αδελφότητες που λειτουργούσαν με τέτοιον τρόπο. Ανάλογα λειτουργούσε και η Εβραϊκή θρησκευτική κοινότητα.
Η εβραϊκή παρουσία στο νησί ανάγεται μάλλον στα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια, αν όχι νωρίτερα. Αν και δεν υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία που να τεκμηριώνουν αυτή την εικασία, δεν μπορούμε παρά να θεωρήσουμε ότι κατά τον πρώτο αιώνα μετά Χριστόν, και ιδιαίτερα μετά τη μετατροπή της Ιουδαίας σε ρωμαϊκή επαρχία με την εκστρατεία του Τίτου που έληξε με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, αρκετοί Εβραίοι εγκαταστάθηκαν και στην Κέρκυρα. Την ίδια περίοδο εξάλλου έχουμε εβραϊκές εγκαταστάσεις και σε άλλες ελληνικές πόλεις, τόσο στη Μικρά Ασία, όσο και στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Μέχρι και τους πρώτους αιώνες της δεύτερης χιλιετίας δεν έχουμε αναφορές στην εβραϊκή κοινότητα της Κέρκυρας, όμως τον 12ο αιώνα ένας Ισπανοεβραίος περιηγητής, ο Βενιαμίν Μπεν Γιονά αναφέρει Εβραίους κατοίκους στο νησί. Είναι βέβαιο πάντως ότι στα τέλη του 14ου αιώνα η εβραϊκή κοινότητα της Κέρκυρας ήταν ευάριθμη και ακμάζουσα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην επιτροπή που συστάθηκε το 1386 για την προσχώρηση του νησιού στη Βενετική Δημοκρατία, συμμετείχε και ένας Εβραίος, ο Δαυίδ Σέμος.
Από το σημείο αυτό κι έπειτα ο εβραϊκός πληθυσμός εμπλουτίστηκε από Σεφαραδίτες Εβραίους που ήρθαν ως πρόσφυγες από την Ισπανία, αλλά και Πουλιέζους που διώχθηκαν από τη Νότια Ιταλία. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν στη δεκαετία του 1570 η Βενετία αποφάσισε την απέλαση των Εβραίων της επικράτειάς της, οι Εβραίοι της Κέρκυρας εξαιρέθηκαν. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχαν κι εδώ διακρίσεις εις βάρος τους, αφού όπως σε ολόκληρη την Ευρώπη και στην Κέρκυρα οι Εβραίοι δεν είχαν δικαίωμα να κατέχουν γη και ήταν υποχρεωμένοι να κατοικούν σε ξεχωριστή συνοικία. Επίσης, ήταν υποχρεωμένοι να φέρουν διακριτικό κίτρινο σήμα ή σκούφο, ενώ αναφέρεται και το έθιμο οι Χριστιανοί να πετροβολούν την εβραϊκή συνοικία κατά τη Μεγάλη Παρασκευή.
Δυστυχώς, οι Κερκυραίοι Εβραίοι υπήρξαν επίσης θύματα των μεσαιωνικών προκαταλήψεων και αποδέκτες της εχθρότητας μίας κοινωνίας αρκετά σκληρής με τα σημερινά δεδομένα. Παρόλα αυτά θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί σχετικά με την περιγραφή της ζωής των Εβραίων στην Κέρκυρα, αφού σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι βρίσκονταν υπό διωγμό.
Η Εβραϊκή κοινότητα, παρά τις διακρίσεις που υφίστατο, αναπτύχθηκε σημαντικά στους επόμενους αιώνες. Αξίζει μάλιστα να σημειώσουμε ότι το 1716 οι Εβραίοι της Κέρκυρας πολέμησαν με αυταπάρνηση τους Οθωμανούς επιδρομείς, δείγμα του ότι θεωρούσαν τη ζωή τους εδώ καλή, ενώ σε αντίστοιχες περιπτώσεις εβραϊκές κοινότητες είχαν υποστηρίξει την Οθωμανική κατάκτηση, καθώς οι Οθωμανοί ήταν γενικά ανεκτικοί απέναντί τους.
Όπως και άλλες κοινωνικές ομάδες, οι Εβραίοι ήταν οργανωμένοι γύρω από τη θρησκεία τους. Κέντρο της κοινότητάς τους ήταν η Συναγωγή, η οποία φαίνεται ότι λειτουργούσε παρόμοια με τις χριστιανικές θρησκευτικές αδελφότητες. Στο παρακάτω έγγραφο από το Ιστορικό Αρχείο της Κέρκυρας, αναφέρεται η συμφωνία μεταξύ της διοίκησης της Συναγωγής και τεχνιτών για την περιτείχιση του εβραϊκού νεκροταφείου.
Συμφωνία για την περιτείχιση του εβραϊκού νεκροταφείου (Κέρκυρα 16ος αι.)
1562, ημέρα β΄(2α) του Μαΐου μηνός...
Την άνωθεν, κυρ Ιωσέφ Κόρκος και κυρ Ισαάκ Πτηγγάλης και κυρ Ηλίας Χανανίας, ως πριόρηδες και κυβερνήται της Συναγωγής των Κορφιατών, παρόντες εσυμφώνησαν μετά του παρόντος Μισέρ Αλοΐζου Δα Βενέτζια... ήγουν ο ειρημένος Μισέρ Αλοΐζος υπόσχεται να κουμπλίρη τον πήργον ήρχισεν να κτίζεη εις τα μνήματα των Εβραίων, κείμενα εις την περιοχήν του Αβράμη, εις ουργιές σαράκοντα, μετά πετρών, ασβέστου και άμου του ειρημένου Μισέρ Αλοΐζου και να κάμη τον ασβέστην ... και να βάλη μέσα εις τον ασβάστην χώμα μόνον άμον και να γένι εις το χόντρομα όσο και τον άλλον πήργον παλαιόν ευρίσκεται κτισμένος... και να υπάγη εις το ύψος μία ουργιά και εις το μάκρος έως να τελειωθούν οι άνωθεν ουργιές, ήτοι με τον πύργον τον παλαιόν. Και αφού κτήση τον αυτόν πήργον να τον εμετρήσουν....
Α.Ν.Κ., Συμβ., Τόμος Μ 196, σ. 173
Με τα στοιχεία που περιέχονται στο παραπάνω έγγραφο μπορούμε να διασταυρώσουμε την ύπαρξη εβραϊκού νεκροταφείου στους πρόποδες του λόφου του Αβράμη, ήδη από τον 16ο αιώνα. Φαίνεται, βέβαια, ότι η κατασκευή του δεν είχε περατωθεί μέχρι τη δεκαετία του 1560. Ως εκ τούτου δεν μπορούμε να αποφανθούμε σχετικά με το αν το συγκεκριμένο νεκροταφείο ήταν εκείνο των Ρωμανιωτών, δηλαδή των γηγενών Εβραίων, ή των Σεφαραδιτών, οι οποίοι μετρούσαν λίγες μόλις δεκαετίες στο νησί. Γνωρίζουμε ότι το ρωμανιώτικο νεκροταφείο βρισκόταν από την πλευρά του Νέου Φρουρίου, δηλαδή εκεί που σήμερα βρίσκονται τα Τμήματα Ιστορίας και Αρχειονομίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, ενώ το σεφαραδιτικό ήταν στην περιοχή που σήμερα βρίσκεται το Νοσοκομείο.
(το παρόν άρθρο συντάχθηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Κέρκυρα Σήμερα)
11/2/10
Οι Κερκυραίοι και η Μουσική: παράδοση αιώνων
Ο Αύγουστος είναι στην Κέρκυρα ένας μήνας γεμάτος πολιτιστικές εκδηλώσεις. Παντού στο νησί, στην πόλη και την ύπαιθρο, σε σχεδόν καθημερινή βάση, πραγματοποιούνται μουσικές κυρίως εκδηλώσεις, με πυρήνες τις πολυάριθμες φιλαρμονικές μας. Η μουσική αποτελεί εδώ και αιώνες μία σταθερή αξία για τους Κερκυραίους.
Η ιστορία της ανάπτυξης της μουσικής στην Κέρκυρα ξεκινάει από πολύ παλιά. Για τους βυζαντινούς και τους πρώτους αιώνες των δυτικών κυρίαρχων δεν διαθέτουμε πολλά στοιχεία. Φαίνεται, πάντως, ότι η Κέρκυρα ακολουθούσε τη βυζαντινή παράδοση, σύμφωνα με την οποία η μουσική ήταν κυρίως εκκλησιαστική, αν και για την περίοδο αυτή το ίδιο ίσχυε και στην υπόλοιπη χριστιανική Ευρώπη.
Φυσικά, παράλληλα προς την εκκλησιαστική μουσική, υπήρχε και η λαϊκή, η οποία έτερπε τον απλό λαό στα πανηγύρια, τους γάμους και σε άλλες περιστάσεις, καθώς και η “επίσημη”, η οποία ακουγόταν σε στρατιωτικές τελετές ή στις επίσημες τελετές της διοίκησης. Η λαϊκή μουσική στηριζόταν κυρίως στους ήχους πνευστών, όπως οι αυλοί διαφόρων τύπων, κρουστών, αλλά δεν μπορούμε να αποκλείσουμε τη χρήση και κάποιων έγχορδων, όπως το σαντούρι.
Σε κάθε περίπτωση, η Κέρκυρα, ως εξάρτημα της Δύσης, ήρθε από νωρίς σε επαφή - ή μάλλον συμμετείχε – με την ανάπτυξη της κοσμικής μουσικής στην Ευρώπη, η οποία συντελέστηκε στα χρόνια της Αναγέννησης. Στις αρχές του 16ου αιώνα εμφανίστηκαν “ελαφρά” είδη μουσικής, τα οποία χαρακτηρίζονται από την εύθυμη διάθεσή τους και την απλότητά τους. Μέχρι τα μέσα του αιώνα, είχε διαμορφωθεί στην Ιταλία το “καντσόνε”, ένα μουσικό είδος ρυθμικό, “ελαφρύ” και γρήγορο, το οποίο παιζόταν κυρίως από χάλκινα πνευστά.
Η ανάπτυξη της κοσμικής, “λαϊκής” μουσικής είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση νέων μουσικών οργάνων και την προσπάθεια τελειοποίησής τους από τους κατασκευαστές. Ταυτόχρονα, οι γνώστες των οργάνων αυτών έγιαν ανάρπαστοι, τόσο ως εκτελεστές της νέας μουσικής, όσο και ως δάσκαλοι για όσους επιθυμούσαν να μάθουν τα νέα όργανα.
Αν και η Κέρκυρα εκείνη την εποχή τοποθετείται γενικά στην περιφέρεια της Δυτικής Ευρώπης, φαίνεται ότι οι ντόπιοι παρακολουθούσαν από κοντά τις εξελίξεις στη μουσική, στοιχείο που καταδεικνύει ότι οι Κερκυραίοι έτρεφαν ανέκαθεν μεγάλη εκτίμηση στην τέχνη του πενταγράμμου. Όπως αποκαλύπτει το παρακάτω έγγραφο από το Ιστορικό Αρχείο της Κέρκυρας, ήδη από τα μέσα του 16ου αιώνα, στο νησί υπήρχαν ορχήστρες χάλκινων πνευστών και δάσκαλοι που δίδασκαν την τέχνη τους.
Σύμβαση διδασκαλίας τρομπέτας (Κέρκυρα 16ος αι.)
αφμθ΄(1549) ημέρα η΄(8η) μηνός Οκτωβρίου
τη αυτή (ημέρα), Μαστρο Βαλέριος Καλαβρέζος τρουμπετάς, παρών ομολόγησεν ότι υπόσχεται να μαθητεύση τον παρόντα Πιέρον, ανηψιόν του παρόντος Μαστρο Ϊάκουμου Μωραΐτη ταρανέζου, την τρουμπέτα, όπου να είναι μάστορας να πέζη με την συντροφείαν1. Ο δε ρηθείς Μαστρο Ϊάκουμος υπόσχεται χρεωστή να δώση και πληρώση προς τον άνωθεν Μαστρο Βαλέριον, διά όνομα του ανηψιού αυτού, Πιέρου, διά την μάθηση όπου του θέλη μαθητεύση, δουκάτα δέκα. Και αν ουδέν τον ήθελε μαθητεύση τεντέροντας2 ο ρηθής Πιέρος να χρεωστή ο άνωθεν Μαστρο Βαλέριος να τον πληρώση όλα τα ντάνα και ιντερέσα3. Και αν ήθελε λίψη από ετία του ρηθέντος Πιέρου, αν ουδέν ήθελε τεντέρη, να χρεωστή να πληρώνη τα ρηθέντα δουκάτα ι΄(10). Και ούτως εσυμφώνησαν υπό μαρτυρίας Μαστρο Γεωργίου Κοκικόρη τρουμπετά και Μαστρο Μπατίστα Πισμούντη τρουμπετά.
......................
αφνγ΄(1553), Αυγούστου ζ΄(7η). Ηλιώθη δια θελήσεως των άνωθεν δύο μερών Μαστρο Βαλέριου και κυρ Πιέρου, ότι είναι ευχαριστημένοι το έν μέρος εκ το έτερον. Υπό μαρτυρίας κυρ Δημητρίου Τζικλίνου και Μαστρο Λιού Σφακιώτη
Α.Ν.Κ., Συμβ., Τόμος Β 176, Φ. 9, σ. 212r
Όπως προκύπτει από το παραπάνω έγγραφο, στη Νότια Ιταλία είχε ήδη συσταθεί συντεχνία μουσικών, καθώς τον τίτλο του “Μάστορα” μπορούσε να φέρει μόνο αυτός που είχε αναγνωριστεί ως “μάστορας” από τη συντεχνία. Επίσης, προκύπτει ότι μία “συντροφία”, μία ορχήστρα δηλαδή, είχε συσταθεί στην Κέρκυρα από Καλαβρέζους και μερικούς Κερκυραίους μουσικούς. Η μεγάλη υπόληψη που είχαν από τότε οι Κερκυραίοι στη μουσική, φαίνεται και από τη μεγάλη αμοιβή που ο Μαστρο Ιάκουμος είναι διατεθειμένος να καταβάλει ώστε ο ανηψιός του να μάθει την τέχνη της τρομπέτας.
(Το παρόν άρθρο συντάχθηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Κέρκυρα Σήμερα" )
Η ιστορία της ανάπτυξης της μουσικής στην Κέρκυρα ξεκινάει από πολύ παλιά. Για τους βυζαντινούς και τους πρώτους αιώνες των δυτικών κυρίαρχων δεν διαθέτουμε πολλά στοιχεία. Φαίνεται, πάντως, ότι η Κέρκυρα ακολουθούσε τη βυζαντινή παράδοση, σύμφωνα με την οποία η μουσική ήταν κυρίως εκκλησιαστική, αν και για την περίοδο αυτή το ίδιο ίσχυε και στην υπόλοιπη χριστιανική Ευρώπη.
Φυσικά, παράλληλα προς την εκκλησιαστική μουσική, υπήρχε και η λαϊκή, η οποία έτερπε τον απλό λαό στα πανηγύρια, τους γάμους και σε άλλες περιστάσεις, καθώς και η “επίσημη”, η οποία ακουγόταν σε στρατιωτικές τελετές ή στις επίσημες τελετές της διοίκησης. Η λαϊκή μουσική στηριζόταν κυρίως στους ήχους πνευστών, όπως οι αυλοί διαφόρων τύπων, κρουστών, αλλά δεν μπορούμε να αποκλείσουμε τη χρήση και κάποιων έγχορδων, όπως το σαντούρι.
Σε κάθε περίπτωση, η Κέρκυρα, ως εξάρτημα της Δύσης, ήρθε από νωρίς σε επαφή - ή μάλλον συμμετείχε – με την ανάπτυξη της κοσμικής μουσικής στην Ευρώπη, η οποία συντελέστηκε στα χρόνια της Αναγέννησης. Στις αρχές του 16ου αιώνα εμφανίστηκαν “ελαφρά” είδη μουσικής, τα οποία χαρακτηρίζονται από την εύθυμη διάθεσή τους και την απλότητά τους. Μέχρι τα μέσα του αιώνα, είχε διαμορφωθεί στην Ιταλία το “καντσόνε”, ένα μουσικό είδος ρυθμικό, “ελαφρύ” και γρήγορο, το οποίο παιζόταν κυρίως από χάλκινα πνευστά.
Η ανάπτυξη της κοσμικής, “λαϊκής” μουσικής είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση νέων μουσικών οργάνων και την προσπάθεια τελειοποίησής τους από τους κατασκευαστές. Ταυτόχρονα, οι γνώστες των οργάνων αυτών έγιαν ανάρπαστοι, τόσο ως εκτελεστές της νέας μουσικής, όσο και ως δάσκαλοι για όσους επιθυμούσαν να μάθουν τα νέα όργανα.
Αν και η Κέρκυρα εκείνη την εποχή τοποθετείται γενικά στην περιφέρεια της Δυτικής Ευρώπης, φαίνεται ότι οι ντόπιοι παρακολουθούσαν από κοντά τις εξελίξεις στη μουσική, στοιχείο που καταδεικνύει ότι οι Κερκυραίοι έτρεφαν ανέκαθεν μεγάλη εκτίμηση στην τέχνη του πενταγράμμου. Όπως αποκαλύπτει το παρακάτω έγγραφο από το Ιστορικό Αρχείο της Κέρκυρας, ήδη από τα μέσα του 16ου αιώνα, στο νησί υπήρχαν ορχήστρες χάλκινων πνευστών και δάσκαλοι που δίδασκαν την τέχνη τους.
Σύμβαση διδασκαλίας τρομπέτας (Κέρκυρα 16ος αι.)
αφμθ΄(1549) ημέρα η΄(8η) μηνός Οκτωβρίου
τη αυτή (ημέρα), Μαστρο Βαλέριος Καλαβρέζος τρουμπετάς, παρών ομολόγησεν ότι υπόσχεται να μαθητεύση τον παρόντα Πιέρον, ανηψιόν του παρόντος Μαστρο Ϊάκουμου Μωραΐτη ταρανέζου, την τρουμπέτα, όπου να είναι μάστορας να πέζη με την συντροφείαν1. Ο δε ρηθείς Μαστρο Ϊάκουμος υπόσχεται χρεωστή να δώση και πληρώση προς τον άνωθεν Μαστρο Βαλέριον, διά όνομα του ανηψιού αυτού, Πιέρου, διά την μάθηση όπου του θέλη μαθητεύση, δουκάτα δέκα. Και αν ουδέν τον ήθελε μαθητεύση τεντέροντας2 ο ρηθής Πιέρος να χρεωστή ο άνωθεν Μαστρο Βαλέριος να τον πληρώση όλα τα ντάνα και ιντερέσα3. Και αν ήθελε λίψη από ετία του ρηθέντος Πιέρου, αν ουδέν ήθελε τεντέρη, να χρεωστή να πληρώνη τα ρηθέντα δουκάτα ι΄(10). Και ούτως εσυμφώνησαν υπό μαρτυρίας Μαστρο Γεωργίου Κοκικόρη τρουμπετά και Μαστρο Μπατίστα Πισμούντη τρουμπετά.
......................
αφνγ΄(1553), Αυγούστου ζ΄(7η). Ηλιώθη δια θελήσεως των άνωθεν δύο μερών Μαστρο Βαλέριου και κυρ Πιέρου, ότι είναι ευχαριστημένοι το έν μέρος εκ το έτερον. Υπό μαρτυρίας κυρ Δημητρίου Τζικλίνου και Μαστρο Λιού Σφακιώτη
Α.Ν.Κ., Συμβ., Τόμος Β 176, Φ. 9, σ. 212r
Όπως προκύπτει από το παραπάνω έγγραφο, στη Νότια Ιταλία είχε ήδη συσταθεί συντεχνία μουσικών, καθώς τον τίτλο του “Μάστορα” μπορούσε να φέρει μόνο αυτός που είχε αναγνωριστεί ως “μάστορας” από τη συντεχνία. Επίσης, προκύπτει ότι μία “συντροφία”, μία ορχήστρα δηλαδή, είχε συσταθεί στην Κέρκυρα από Καλαβρέζους και μερικούς Κερκυραίους μουσικούς. Η μεγάλη υπόληψη που είχαν από τότε οι Κερκυραίοι στη μουσική, φαίνεται και από τη μεγάλη αμοιβή που ο Μαστρο Ιάκουμος είναι διατεθειμένος να καταβάλει ώστε ο ανηψιός του να μάθει την τέχνη της τρομπέτας.
(Το παρόν άρθρο συντάχθηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Κέρκυρα Σήμερα" )
Μοναστικά καταφύγια στην Κέρκυρα
Από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες ο μοναχισμός απετέλεσε ένα φαινόμενο που σταδιακά απέκτησε τεράστια σημασία, όχι μόνο για την Εκκλησία, αλλά και για το σύνολο της κοινωνίας. Ο άνθρωπος που είχε ενδυθεί το μοναχικό σχήμα θεωρούταν πρότυπο της χριστιανικής κοινωνίας, και γι’ αυτό πολλοί έσπευδαν να μονάσουν. Από την άλλη, όμως, δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που κάποιοι χρησιμοποιούσαν τις μοναστικές πολιτείες προκειμένου να αντιμετωπίσουν πολιτικά ή κοινωνικά ζητήματα.
Πέρα λοιπόν από όσους λάμβαναν το μοναχικό σχήμα από ευσέβεια ή έστω από θαυμασμό στους μοναχούς, υπήρχαν κι εκείνοι που γίνονταν μοναχοί επειδή τους επεβλήθη. Σ’ αυτήν την κατηγορία μπορούμε να εντάξουμε όλες εκείνες τις περιπτώσεις στη μεσαιωνική (βυζαντινή και δυτική) ιστορία που οι πολιτικοί ηγέτες έκλειναν σε μοναστήρια τους πολιτικούς τους αντιπάλους, ή και μέλη της οικογένειάς τους λόγω δολοπλοκιών. Επίσης, πρέπει να εντάξουμε και όσους γίνονταν μοναχοί έπειτα από την επιμονή της οικογένειάς τους, προκειμένου να μην δημιουργήσουν οικογένεια και διασπαστεί έτσι η πατρική περιουσία. Σ’ αυτήν την κατηγορία, βέβαια, ανήκαν κυρίως γόνοι – άνδρες και γυναίκες – των αριστοκρατικών οικογενειών. Τέλος, υπήρχαν και οι περιπτώσεις που μοναχές γίνονταν γυναίκες οι οποίες είχαν «ατιμαστεί», κατά τη φρασεολογία και νοοτροπία της εποχής.
Σήμερα, οι περισσότεροι αισθανόμαστε οίκτο για όλους αυτούς τους ανθρώπους που αναγκάστηκαν να απαρνηθούν τη φυσιολογική ζωή, είτε επειδή τους επεβλήθη άμεσα, είτε επειδή τους οδήγησαν εκεί οι νόρμες της εποχής. Είναι δε τόση η απόσταση που μας χωρίζει από εκείνες τις εποχές και νοοτροπίες, ώστε συχνά θεωρούμε ότι η «θεοκρατική» κοινωνία με επικεφαλής τους ιερωμένους, κινούμενη από φανατισμό και μισαλλοδοξία έναντι της φυσιολογικής ζωής, οδηγούσε πολλούς ανθρώπους σε μία μίζερη και δυστυχισμένη ζωή.
Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να αγνοούμε ότι πολλοί είχαν ασπαστεί τον μοναστικό βίο κινούμενοι από την ευσέβειά τους και αφού έγιναν μοναχοί διήγαν μία ζωή που μόνο μίζερη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Επίσης, δεν ήταν λίγες και οι περιπτώσεις που κάποιοι άνθρωποι βρήκαν στα μοναστήρια καταφυγή από τις δυστυχίες του «έξω» κόσμου.
Στην Κέρκυρα των νεότερων χρόνων παρατηρείται μεγάλη απήχηση του μοναχισμού και γνωρίζουμε αρκετά μοναστήρια – ανδρικά και γυναικεία – που υπήρχαν στο νησί. Γνωρίζουμε επίσης περιπτώσεις που φαίνεται ότι κάποιες νεαρές γυναίκες υποχρεώθηκαν από τις οικογένειές τους να ενδυθούν το ράσο. Στο Ιστορικό Αρχείο της Κέρκυρας, όμως, βρήκαμε και μία περίπτωση που μία νεαρή μοναχή, όχι μόνο δεν είχε κλειστεί στο μοναστήρι παρά τη θέλησή της, αλλά διεκδίκησε με πάθος το δικαίωμά της να παραμείνει εκεί.
Έκθεση Μέγα Πρωτοπαπά σχετικά με νεαρή μοναχή (Κέρκυρα 19ος αι.)
Τη 13η Αυγούστου 1856
Προς τον Εκλαμπρότατον Κύριον Κόμητα
Σπυρίδωνα Βούλγαριν
Έπαρχον
Εκλαμπρότατε Κύριε,
Η νεανίς Ρόζα Αλεξάνδερ έγκειται εξετούμενη την παρά τη Κυβερνήση πρεσβείαν και μεσιτείαν της Εκκλησίας. Ο πατήρ αυτής, υιός πλουσίου εμπόρου Άγγλου, αποκατασταθής μν επό πολλά έτη εν τη νήσω ταύτη, υποστάς δε πολλάς απροσδοκήτους περιπετείας... ετελεύτησε νέος, καταλιπών ορφανήν εν απαλωτάτη ηλικία την αθλίαν Ρόζα.
Η μήτηρ αυτής, ολίγον ύστερον της αποβιώσεως του ανδρός, μετέβη εις δεύτερον γάμον. Η δε νεανίς Ρόζα, ήτις ανετράφη κατά τα δόγματα της ορθοδόξου Ανατολικής του Χριστού Εκκλησίας, εισήχθη δεκατριών ετών ούσα την ηλικίαν εις το Μοναστήριον της Αγίας Ευφημίας. Η μήτηρ αυτής διά πάσης θυσίας επλήρωσεν ακριβώς εις το Μοναστήριον επί τρία έτη τον μηνιαίον μισθόν τεσσάρων ταλλήρων, αλλ’ είτε εξ απολύτου ελλείψεως μέσων, είτε εκ δυστροπίας του μητρυιού, από δύο ήδη μηνών επαύθη η πληρωμή του μηνιαίου. Στερουμένη δε του Μοναστηρίου προσόδων, η δυστυχής Ρόζα ηναγκάσθη ίνα εξέλθη....
Εις τοιαύτον δυστύχημα περιπεσώσα η νεανίς Ρόζα, και εξ ενδομύχου κλίσεως ορμώσα προς τον μοναστικόν βίον, ένθα μόνον εγνώρισεν ηρέμους και αθορύβους ημέρας, επικαλείται δι’ εμού τα φιλάνθρωπα και φιλελεήμονα σπλάχνα της Υμετέρας Εκλαμπρότητος και των Ευγενών Επαρχιακών Συμβούλων, και ικετεύει μεν αυτή... όπως απαλλάξητε αυτήν εκ της εν η διάκειται ελεηνής περιστάσεως, διορίζοντες... το μέσον ίνα επανακάμψη και διαμείνη του λοιπού εις το Ιερόν Μοναστήριον.....
Αθανάσιος
Μητροπολίτης Κερκύρας
Α.Ν.Κ., Μητροπολίται, Φ. 139, Υποφ. 12
Η νεαρή Ρόζα είναι προφανές ότι δεν είχε μία όμορφη οικογενειακή ζωή μετά τον θάνατο του πατέρα της. Ο πατριός της ήταν μάλλον δύσκολος άνθρωπος, ίσως και σκληρός απέναντι στην προγονή του. Γι’ αυτό και τελικά η δεκατριάχρονη Ρόζα οδηγήθηκε στο μοναστήρι, αρχικά όχι ως μοναχή, αλλά ως εσώκλειστη τρόφιμος. Σύντομα, όμως, τα χρήματα των τροφείων της στέρεψαν και η Ρόζα επέστρεψε στο σπίτι της, για να αντιμετωπίσει μία κατάσταση χειρότερη από πριν. Για τούτο ζήτησε τη μεσιτεία του Μητροπολίτη Αθανασίου προς την Κυβέρνηση, ώστε να αρθούν τα κωλύματα του νόμου (προφανώς λόγω της ηλικίας της) και να της επιτραπεί να γίνει μοναχή στο μοναστήρι της Αγίας Ευφημίας, όπου, όπως αναφέρεται «μόνο εκεί γνώρισε ημέρες ήσυχες».
(Το παρόν άρθρο συντάχθηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Κέρκυρα Σήμερα")
Πέρα λοιπόν από όσους λάμβαναν το μοναχικό σχήμα από ευσέβεια ή έστω από θαυμασμό στους μοναχούς, υπήρχαν κι εκείνοι που γίνονταν μοναχοί επειδή τους επεβλήθη. Σ’ αυτήν την κατηγορία μπορούμε να εντάξουμε όλες εκείνες τις περιπτώσεις στη μεσαιωνική (βυζαντινή και δυτική) ιστορία που οι πολιτικοί ηγέτες έκλειναν σε μοναστήρια τους πολιτικούς τους αντιπάλους, ή και μέλη της οικογένειάς τους λόγω δολοπλοκιών. Επίσης, πρέπει να εντάξουμε και όσους γίνονταν μοναχοί έπειτα από την επιμονή της οικογένειάς τους, προκειμένου να μην δημιουργήσουν οικογένεια και διασπαστεί έτσι η πατρική περιουσία. Σ’ αυτήν την κατηγορία, βέβαια, ανήκαν κυρίως γόνοι – άνδρες και γυναίκες – των αριστοκρατικών οικογενειών. Τέλος, υπήρχαν και οι περιπτώσεις που μοναχές γίνονταν γυναίκες οι οποίες είχαν «ατιμαστεί», κατά τη φρασεολογία και νοοτροπία της εποχής.
Σήμερα, οι περισσότεροι αισθανόμαστε οίκτο για όλους αυτούς τους ανθρώπους που αναγκάστηκαν να απαρνηθούν τη φυσιολογική ζωή, είτε επειδή τους επεβλήθη άμεσα, είτε επειδή τους οδήγησαν εκεί οι νόρμες της εποχής. Είναι δε τόση η απόσταση που μας χωρίζει από εκείνες τις εποχές και νοοτροπίες, ώστε συχνά θεωρούμε ότι η «θεοκρατική» κοινωνία με επικεφαλής τους ιερωμένους, κινούμενη από φανατισμό και μισαλλοδοξία έναντι της φυσιολογικής ζωής, οδηγούσε πολλούς ανθρώπους σε μία μίζερη και δυστυχισμένη ζωή.
Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να αγνοούμε ότι πολλοί είχαν ασπαστεί τον μοναστικό βίο κινούμενοι από την ευσέβειά τους και αφού έγιναν μοναχοί διήγαν μία ζωή που μόνο μίζερη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Επίσης, δεν ήταν λίγες και οι περιπτώσεις που κάποιοι άνθρωποι βρήκαν στα μοναστήρια καταφυγή από τις δυστυχίες του «έξω» κόσμου.
Στην Κέρκυρα των νεότερων χρόνων παρατηρείται μεγάλη απήχηση του μοναχισμού και γνωρίζουμε αρκετά μοναστήρια – ανδρικά και γυναικεία – που υπήρχαν στο νησί. Γνωρίζουμε επίσης περιπτώσεις που φαίνεται ότι κάποιες νεαρές γυναίκες υποχρεώθηκαν από τις οικογένειές τους να ενδυθούν το ράσο. Στο Ιστορικό Αρχείο της Κέρκυρας, όμως, βρήκαμε και μία περίπτωση που μία νεαρή μοναχή, όχι μόνο δεν είχε κλειστεί στο μοναστήρι παρά τη θέλησή της, αλλά διεκδίκησε με πάθος το δικαίωμά της να παραμείνει εκεί.
Έκθεση Μέγα Πρωτοπαπά σχετικά με νεαρή μοναχή (Κέρκυρα 19ος αι.)
Τη 13η Αυγούστου 1856
Προς τον Εκλαμπρότατον Κύριον Κόμητα
Σπυρίδωνα Βούλγαριν
Έπαρχον
Εκλαμπρότατε Κύριε,
Η νεανίς Ρόζα Αλεξάνδερ έγκειται εξετούμενη την παρά τη Κυβερνήση πρεσβείαν και μεσιτείαν της Εκκλησίας. Ο πατήρ αυτής, υιός πλουσίου εμπόρου Άγγλου, αποκατασταθής μν επό πολλά έτη εν τη νήσω ταύτη, υποστάς δε πολλάς απροσδοκήτους περιπετείας... ετελεύτησε νέος, καταλιπών ορφανήν εν απαλωτάτη ηλικία την αθλίαν Ρόζα.
Η μήτηρ αυτής, ολίγον ύστερον της αποβιώσεως του ανδρός, μετέβη εις δεύτερον γάμον. Η δε νεανίς Ρόζα, ήτις ανετράφη κατά τα δόγματα της ορθοδόξου Ανατολικής του Χριστού Εκκλησίας, εισήχθη δεκατριών ετών ούσα την ηλικίαν εις το Μοναστήριον της Αγίας Ευφημίας. Η μήτηρ αυτής διά πάσης θυσίας επλήρωσεν ακριβώς εις το Μοναστήριον επί τρία έτη τον μηνιαίον μισθόν τεσσάρων ταλλήρων, αλλ’ είτε εξ απολύτου ελλείψεως μέσων, είτε εκ δυστροπίας του μητρυιού, από δύο ήδη μηνών επαύθη η πληρωμή του μηνιαίου. Στερουμένη δε του Μοναστηρίου προσόδων, η δυστυχής Ρόζα ηναγκάσθη ίνα εξέλθη....
Εις τοιαύτον δυστύχημα περιπεσώσα η νεανίς Ρόζα, και εξ ενδομύχου κλίσεως ορμώσα προς τον μοναστικόν βίον, ένθα μόνον εγνώρισεν ηρέμους και αθορύβους ημέρας, επικαλείται δι’ εμού τα φιλάνθρωπα και φιλελεήμονα σπλάχνα της Υμετέρας Εκλαμπρότητος και των Ευγενών Επαρχιακών Συμβούλων, και ικετεύει μεν αυτή... όπως απαλλάξητε αυτήν εκ της εν η διάκειται ελεηνής περιστάσεως, διορίζοντες... το μέσον ίνα επανακάμψη και διαμείνη του λοιπού εις το Ιερόν Μοναστήριον.....
Αθανάσιος
Μητροπολίτης Κερκύρας
Α.Ν.Κ., Μητροπολίται, Φ. 139, Υποφ. 12
Η νεαρή Ρόζα είναι προφανές ότι δεν είχε μία όμορφη οικογενειακή ζωή μετά τον θάνατο του πατέρα της. Ο πατριός της ήταν μάλλον δύσκολος άνθρωπος, ίσως και σκληρός απέναντι στην προγονή του. Γι’ αυτό και τελικά η δεκατριάχρονη Ρόζα οδηγήθηκε στο μοναστήρι, αρχικά όχι ως μοναχή, αλλά ως εσώκλειστη τρόφιμος. Σύντομα, όμως, τα χρήματα των τροφείων της στέρεψαν και η Ρόζα επέστρεψε στο σπίτι της, για να αντιμετωπίσει μία κατάσταση χειρότερη από πριν. Για τούτο ζήτησε τη μεσιτεία του Μητροπολίτη Αθανασίου προς την Κυβέρνηση, ώστε να αρθούν τα κωλύματα του νόμου (προφανώς λόγω της ηλικίας της) και να της επιτραπεί να γίνει μοναχή στο μοναστήρι της Αγίας Ευφημίας, όπου, όπως αναφέρεται «μόνο εκεί γνώρισε ημέρες ήσυχες».
(Το παρόν άρθρο συντάχθηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Κέρκυρα Σήμερα")
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΠΟΥ ΑΝΑΡΤΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΑΙ Η ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ, ΔΗΛΑΔΗ Η ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΣΥΝΤΑΚΤΗ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟΥ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝ.
ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΑΙ Η ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ, ΔΗΛΑΔΗ Η ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΣΥΝΤΑΚΤΗ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟΥ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝ.