19/8/09

Οι Άγιοι Ιάσων και Σωσίπατρος και η λατρεία τους στην Κέρκυρα


Η Κέρκυρα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «πόλη των Αγίων», καθώς, όχι μόνο οι εκκλησίες είναι πολυάριθμες, αλλά εδώ βρίσκονται πολυάριθμα λείψανα, ακόμη και σκηνώματα. Παρά ταύτα, η ιδιαίτερη σχέση που έχει αναπτυχθεί μεταξύ των ευσεβών Κερκυραίων και του πολιούχου του νησιού, Αγίου Σπυρίδωνα, οδηγεί συχνά στην «παραμέληση» των υπολοίπων Αγίων της Κέρκυρας.
Δύο από τους Αγίους που κατέχουν σχετικά δευτερεύουσα θέση στη συνείδηση των Κερκυραίων είναι οι Ιάσων και Σωσίπατρος, εκ των εβδομήκοντα Αποστόλων. Η πραγματική τους ιστορία, ακόμα και η δράση τους στην Κέρκυρα δεν είναι με ακρίβεια γνωστή. Οι περισσότερες πληροφορίες προέρχονται από τα Μηνολόγια και έναν πάπυρο του 12ου αιώνα, τον οποίο ο Σ. Παπαγεώργιος ονόμασε χάριν ευκολίας «Πράξεις των Αποστόλων Ιάσωνος και Σωσιπάτρου». Παρά ταύτα, ο ίδιος συγγραφέας αναγνωρίζει ότι και τα δύο κείμενα βρίθουν ανακριβειών, αφού, μάλιστα συντάχθηκαν πολλούς αιώνες μετά την εποχή των Αποστόλων.
Σε κάθε περίπτωση, είναι γεγονός ότι η Κέρκυρα χρωστά τον εκχριστιανισμό της στους Αγίους αυτούς. Οι πρώτοι Κερκυραίοι Χριστιανοί προσηλυτίστηκαν χάρη στο κήρυγμά τους, ενώ η παράδοση τους θέλει να κτίζουν και τους πρώτους ναούς στο νησί. Μάλιστα, ο Άγιος Σωσίπατρος μαρτύρησε από τον κυβερνήτη Δατιανό, συμβάλλοντας με το παράδειγμά του στην εξάπλωση της νέας θρησκείας.
Οι πληροφορίες που διαθέτουμε για τη μεσαιωνική ιστορία της Κέρκυρας είναι αποσπασματικές και περιορισμένες, οπότε δεν μπορούμε να αποφανθούμε σχετικά με τη λατρεία των δύο Αγίων στο νησί κατά την περίοδο αυτή. Μοναδικό τεκμήριο, ίσως, στέκει ο ναός τους στον Ανεμόμυλο, ο οποίος φαίνεται πως κτίστηκε κατά τον δέκατο αιώνα, αφιερωμένος αρχικά στον Άγιο Ανδρέα. Ακόμη και από αυτό το στοιχείο, όμως, προκύπτει ότι οι δύο Απόστολοι τιμούνταν μεν στην Κέρκυρα, αλλά η λατρεία τους δεν ήταν ιδιαιτέρως διαδεδομένη.
Κατά τους επόμενους αιώνες τα πράγματα δεν άλλαξαν ιδιαίτερα. Η εκκλησία των Αγίων Ιάσωνος και Σωσιπάτρου ουδέποτε μεταφέρθηκε εντός των τειχών ώστε να μεταφερθεί, ούτε εξελίχθηκε σε μεγάλο προσκύνημα. Ακόμη, παρά τις πλείστες αργίες και θρησκευτικές εορτές της εποχής, φαίνεται ότι η 29 Απριλίου που τιμάται η μνήμη τους, δεν συμπεριλαμβάνονταν σε αυτές. Μόνο στα μέσα του 19ου αιώνα ενδιαφέρθηκε ο τότε Μητροπολίτης Κερκύρας ώστε να ανακηρυχθεί αυτή η ημέρα αργία και εορταστική:

Επιστολή του Μητροπολίτη Κερκύρας για την εορτή των Αγίων Ιάσωνος και Σωσιπάτρου (19ος αι.)

Προς τον Ευγενή Κύριον Κόμητα Σπυρίδωνα Βούλγαρη, επί της Θρησκείας Δημογέροντα
Εκ της Μητροπόλεως Κερκύρας
Τη 28 Απριλίου 1853 Ε.Σ.

Κύριε Κόμη

Καλώς γιγνώσασθαι πόσον οι Κερκυραίοι οφείλομεν ίνα εορτάζομεν και τιμώμεν την 29 ημέραν του Απριλίου, εν η επιτελείται η μνήμη των Αγίων και Πανευφήμων Αποστόλων Ιάσωνος και Σωσιπάτρου, οίτινες πρώτοι εκήρυξαν εν τη νήσω ταύτη την αμώμητον πίστιν του Χριστού, εξιλάσαντες την τότε επικρατούσαν ενταύθα πλάνην της πολυθεΐας και ειδωλολατρίας. Αλλά, κατά δυστυχίαν, η επίσημος και αγία ταύτη ημέρα περιφρονείται και βεβηλούται, όντων ανεωγμένων των εργαστηρίων, και απάντων σχεδόν εργαζομένων. Διό παρακαλώ ίνα υποβάλητε τούτο εις την σύσκεψιν του Επαρχιακού Συμβουλίου, ίνα διαταχθώσι τα δέοντα, όπως συναριθμηθή και η προκειμένη εορτή μετά των άλλων των ήδη διωρισμένων. Ευελπιστώ δε ότι ο ένθερμος ζήλος πρις την αμώμητον ημών πίστιν και τα πατριωτικά αισθήματα, άτινα χαρακτηρίζουσι τα μέλη του Επαρχιακού Συμβουλίου, θέλουσιν ασμένως παραδεχθεί την παρούσαν μου πρότασιν.
Δέξασθε παρακαλώ την διαβεβαίωσιν της εξαιρέτου μου πρις υμάς υπολήψεως, μεθ’ ης υποσημειούμαι.
Της υμετέρας Ευγενείας
Διάπυρος προς Θεόν ευχέτης
Αθανάσιος
Μητροπολίτης Κερκύρας
Α.Ν.Κ., Μητροπολίται, Φακ. 139, υποφ. 11



(το παρόν αρθρο συντάχτηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Κέρκυρα Σήμερα")

5/8/09

Κέρκυρα: ένα εμπορικό και ταξιδιωτικό κέντρο στους νεότερους χρόνους




Η γεωγραφική θέση της Κέρκυρας και η ιδιότητά της ως μία από τις απώτατες χριστιανικές περιοχές προς την Ανατολή, οδήγησαν στην ανάδειξη του νησιού μας ως ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά και ταξιδιωτικά κέντρα που εξυπηρετούσαν τους Ευρωπαίους που επιθυμούσαν να μετακινηθούν προς τις Βαλκανικές κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Μετά την οθωμανική κατάκτηση των Βαλκανίων και την παράλληλη σχεδόν προσχώρηση της Κέρκυρας στη Βενετική Δημοκρατία, οι ταξιδιώτες και οι έμποροι που όδευαν προς την Ήπειρο, αλλά και τα μεγάλα κέντρα της Θεσσαλονίκης, της Αδριανούπολης και της ίδιας της Κωνσταντινούπολης, χρησιμοποιούσαν ως βάση τους την πόλη των Κορυφών. Στην Κέρκυρα οι ταξιδιώτες μπορούσαν να εξασφαλίσουν τις απαραίτητες για το ταξίδι τους προμήθειες, αλλά και να εκμεταλλευτούν τις χρηματοπιστωτικές (σχετικά υποτυπώδεις στην αρχή, αρκετά ανεπτυγμένες αργότερα), τις λιμενικές και τις άλλες απαραίτητες υποδομές του νησιού.
Εκτός, βέβαια, από όσους όδευαν ανατολικά με πλοίο, ακολουθώντας τα πυκνά θαλάσσια δρομολόγια της εποχής, δεν ήταν λίγοι και αυτοί που ακολουθούσαν τις χερσαίες διαδρομές. Τις τελευταίες τις προτιμούσαν κυρίως όσοι δεν μετέφεραν μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων και αποσκευών, καθώς η δυνατότητες μεταφοράς με κάρα και υποζύγια ήταν περιορισμένες σε σχάση με τα πλοία.
Για την εποχή που εξετάζουμε, δηλαδή από τον 15ο έως και τον 19ο αιώνα, πρέπει να σημειώσουμε ότι οι χεραίες διαδρομές ήταν αρκετά επικίνδυνες, καθώς η ληστεία ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη αφού το ανάγλυφο της περιοχής αποτελούσε ένα ιδανικό πεδίο δράσης σε κάθε είδους ενόπλους, από απλούς ληστές, μέχρι άτακτα στρατεύματα και τους γνωστούς μας Κλέφτες. Βεβαίως, όπως έχουμε αναφέρει σε πολλά άρθρα στο παρελθόν, η δράση των πειρατών καθιστούσε και τα θαλάσσια δρομολόγια εξίσου επικίνδυνα.
Η κατάσταση αυτή, εξάλλου, ήταν που ώθησε του Οθωμανούς στην οργάνωση ενός δικτύου ασφαλείας των χερσίων δρόμων της Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια. Το δίκτυο αυτό περιλάμβανε τα Αρματολικά σώματα, καθώς και τις φρουρές των Δερβενιών, δηλαδή των στενωπών των ορεινών κυρίως οδών.
Παρόλα αυτά, το μήκος των οδών και το ανάγλυφο του εδάφους άφηναν μεγάλες εκτάσεις ουσιαστικά αφύλακτες. Ως εκ τούτου, όποιος επιθυμούσε να ταξιδέψει στα Βαλκάνια, έπρεπε να εξασφαλίσει προσωπική φρουρά για την ασφάλειά του. Στην Κέρκυρα φαίνεται ότι υπήρχαν άνθρωποι, ακόμη και “συντροφίες” (εταιρείες) που ανελάμβαναν τέτοιες αποστολές. Ως σωματοφύλακες ταξιδιωτών και εμπόρων εργάζονταν Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδας και Αλβανοί ένοπλοι, οι οποίοι, εκτός από τις ικανότητές τους στον χειρισμό των όπλων, διέθεταν και προσωπικές ή συγγενικές σχέσεις με τους τοπικούς πληθυσμούς, ακόμη και με όσους ασχολούνταν με τη ληστεία. Αυτές οι σχέσεις είχαν μεγαλύτερη βαρύτητα από τα όπλα στην ασφάλεια των ταξιδιωτών.
Στο παρακάτω έγγραφο από το Ιστορικό Αρχείο της Κέρκυρας περιγράφεται μία σύμβαση μεταξύ ενός Ιταλού ταξιδιώτη και ενός Αρβανίτη σωματοφύλακα:

Σύμβαση μεταξύ ταξιδιώτη και σωματοφύλακα (Κέρκυρα 16ος αι.)

αφξθ΄(1569), ημέρα θ΄(9η) του Φευβρουαρίου μηνός. Μισέρ Λεονάρδος Καρατζούλος από την Ανάπολη, κάτοικος εις το Τουζέντα από τον Κάβο, εγγύς το Τάραντο, παρών συμφώνησε με τον παρώντα Γιώνη Φροσάνα Αλβανίτη, ίνα συνοδεύψη αυτόν διά ξηράς έως την Κωνσταντινούπολη όπου μέλλει ο άνωθεν Μισέρ Λεονάρδος υπάγη και να επιστρέψη μετ’ αυτού εδώ εις τους Κορυφούς, και διά αμοιβή του άνωθεν Γγιώνη συνεφώνησαν διά τζεκίνια 20, ήγουν δουκάτα 30 Κορυφών....
Α.Ν.Κ., Συμβ., Τόμος Π 40, σ. 694r

Ο Μισέρ Λεονάρδος από τη Νάπολη, σταθμεύοντας στην Κέρκυρα πριν συνεχίσει το ταξίδι του προς την Κωνσταντινούπολη, προσέλαβε τον Γκιώνη Φροσάνα ως σωματοφύλακα. Η αμοιβή που συμφωνήθηκε αντιστοιχεί περίπου στην αμοιβή ενός στρατιώτη εν καιρώ πολέμου κατά την ίδια περίοδο.


(το παρόν άρθρο συντάχθηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Κέρκυρα Σήμερα")

ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΠΟΥ ΑΝΑΡΤΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΑΙ Η ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ, ΔΗΛΑΔΗ Η ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΣΥΝΤΑΚΤΗ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟΥ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝ.