Πριν από μερικές ημέρες έληξε ο «διαγωνισμός» τηλεοπτικού σταθμού για την ανάδειξη του μεγαλύτερου Έλληνα όλων των εποχών. Πέρα από το αδόκιμο ιστορικά πρόβλημα που τέθηκε στους τηλεθεατές, ο «διαγωνισμός» αυτός υπήρξε αφορμή για συζήτηση και συλλογισμούς πάνω στην ελληνική ιστορία, ενώ προέκυψαν συμπεράσματα για τον τρόπο με τον οποίο οι Έλληνες αντιμετωπίζουν την ιστορία τους, ή πώς μετρούν τις διάφορες προσωπικότητες.
Η τελική κατάταξη δεν επιφύλαξε πολλές εκπλήξεις, εκτός, ίσως, από την παρουσία και τη θέση των Γεωργίου Παπανικολάου, Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ιωάννη Καποδίστρια στην τελική δεκάδα. Είναι, βέβαια, κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους οι συμμετέχοντες έφεραν τον γιατρό Γεώργιο Παπανικολάου στη δεύτερη θέση, ενώ μπορεί να γίνει αντιληπτό από τον καθένα ότι ήταν δεδομένη η «υποστήριξη» του Κωνσταντίνου Καραμανλή από τους πρώην ψηφοφόρους του. Τι ήταν αυτό, όμως, που έκανε τους σύγχρονους Έλληνες να τοποθετήσουν τον Ιωάννη Καποδίστρια τόσο ψηλά στις προτιμήσεις τους;
Για τους Επτανησίους ο Καποδίστριας αποτελεί μία από τις πλέον εξέχουσες προσωπικότητες που ανέδειξαν τα νησιά. Είναι μία προσωπικότητα οικεία, το έργο του είναι αρκετά γνωστό και η λάμψη του μεγάλη. Για την υπόλοιπη Ελλάδα, όμως, ο Καποδίστριας θα έπρεπε να είναι σχετικά άγνωστος, ένας καλός κυβερνήτης, ο οποίος, όμως δεν κυβέρνησε παρά για λίγα μόλις χρόνια. Μάλιστα, ήταν ένας δημόσιος άνδρας που στάθηκε δίπλα σε «ιερά τέρατα», όπως οι ήρωες της Επανάστασης που είχαν κερδίσει τη δόξα στα πεδία των μαχών, έχοντας να αντιπαραβάλει μία επιτυχημένη καριέρα διπλωμάτη, στην υπηρεσία, όμως μίας ξένης Δύναμης.
Το ήθος, βέβαια, του Καποδίστρια, και η ολόψυχη προσήλωσή του στην ανάσταση της πατρίδας, τον κάνουν να ξεχωρίζει. Η διπλωματική του καριέρα στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσίας είναι πλέον προφανές ότι δεν στόχευε παρά στην υπεράσπιση των Ελλήνων και τη δημιουργία συνθηκών για την απελευθέρωσή τους. Η ηθική του ξεπερνά κάθε σύγκριση, καθώς ήταν ο μόνος, ίσως, ηγέτης της χώρας μας, ο οποίος, όχι μόνο δεν έλαβε τίποτε από αυτήν, αλλά της αφιέρωσε ολόκληρη την περιουσία του. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση που ο Καποδίστριας αρνήθηκε τη χορηγία που του κατακύρωσε η Εθνοσυνέλευση, δηλώνοντας ότι θα καταβάλει εξ ιδίων τα έξοδα του λειτουργήματός του, όπως και ότι διέθετε το μεγαλύτερο μέρος της σύνταξής του από το ρωσικό υπουργείο εξωτερικών σε ελληνικές κοινωφελείς οργανώσεις.
Η απερίπαστη προσήλωσή του στην οργάνωση της χώρας, η οποία ήταν κατεστραμμένη από τις συγκρούσεις με τους Οθωμανούς και τον Ιμπραήμ, αλλά και τους εμφυλίους πολέμους, ήταν ένα ακόμη χαρακτηριστικό της πολιτικής προσωπικότητας του Καποδίστρια. Είναι γενικά παραδεκτό πλέον ότι ο Κερκυραίος ευπατρίδης δεν επιδίωξε ποτέ να γίνει αρεστός, ούτε στις πολιτικές φατρίες της Ελλάδας, ούτε στις Μεγάλες Δυνάμεις. Ανέλαβε αγόγγυστα όλο το κόστος της επιλογής του αυτής, ακόμη και όταν η μισαλλοδοξία κάποιων έφτανε στο σημείο της πιο εξωφρενικής συκοφαντίας, όπως στην περίπτωση που τον κατηγορούσαν ως «λουθηρανό» αιρετικό, όταν εισήγαγε την πατάτα στην Ελλάδα.
Πάνω από όλα, οι σύγχρονοι Έλληνες έχουν καταγράψει στη συνείδησή τους τον Καποδίστρια λόγω της ακεραιότητας του χαρακτήρα του, λόγω της πολιτικής και φυσικής του αυτοθυσίας. Η απόφαση να τον κατατάξουν στους μεγαλύτερους Έλληνες όλων των εποχών απηχεί την επιθυμία τους να τον ανάγουν σε παράδειγμα για όλους του πολιτικούς ηγέτες αυτής της χώρας.
Αν, κατά τη γνωστή ρήση, με τη δολοφονία του Κένεντυ οι Αμερικανοί έχασαν την αθωότητά τους, με τη δολοφονία του Καποδίστρια οι Έλληνες νοιώθουν ότι έχασαν την ευκαιρία να χτίσουν την πατρίδα τους σε στέραιες και υγιείς βάσεις.
(το παρόν άρθρο συντάχθηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Κέρκυρα Σήμερα")