22/9/09

Κέρκυρα: ένα εμπορικό και ταξιδιωτικό κέντρο στους νεότερους χρόνους



Η γεωγραφική θέση της Κέρκυρας και η ιδιότητά της ως μία από τις απώτατες χριστιανικές περιοχές προς την Ανατολή, οδήγησαν στην ανάδειξη του νησιού μας ως ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά και ταξιδιωτικά κέντρα που εξυπηρετούσαν τους Ευρωπαίους που επιθυμούσαν να μετακινηθούν προς τις Βαλκανικές κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Μετά την οθωμανική κατάκτηση των Βαλκανίων και την παράλληλη σχεδόν προσχώρηση της Κέρκυρας στη Βενετική Δημοκρατία, οι ταξιδιώτες και οι έμποροι που όδευαν προς την Ήπειρο, αλλά και τα μεγάλα κέντρα της Θεσσαλονίκης, της Αδριανούπολης και της ίδιας της Κωνσταντινούπολης, χρησιμοποιούσαν ως βάση τους την πόλη των Κορυφών. Στην Κέρκυρα οι ταξιδιώτες μπορούσαν να εξασφαλίσουν τις απαραίτητες για το ταξίδι τους προμήθειες, αλλά και να εκμεταλλευτούν τις χρηματοπιστωτικές (σχετικά υποτυπώδεις στην αρχή, αρκετά ανεπτυγμένες αργότερα), τις λιμενικές και τις άλλες απαραίτητες υποδομές του νησιού.
Εκτός, βέβαια, από όσους όδευαν ανατολικά με πλοίο, ακολουθώντας τα πυκνά θαλάσσια δρομολόγια της εποχής, δεν ήταν λίγοι και αυτοί που ακολουθούσαν τις χερσαίες διαδρομές. Τις τελευταίες τις προτιμούσαν κυρίως όσοι δεν μετέφεραν μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων και αποσκευών, καθώς η δυνατότητες μεταφοράς με κάρα και υποζύγια ήταν περιορισμένες σε σχάση με τα πλοία.
Για την εποχή που εξετάζουμε, δηλαδή από τον 15ο έως και τον 19ο αιώνα, πρέπει να σημειώσουμε ότι οι χεραίες διαδρομές ήταν αρκετά επικίνδυνες, καθώς η ληστεία ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη αφού το ανάγλυφο της περιοχής αποτελούσε ένα ιδανικό πεδίο δράσης σε κάθε είδους ενόπλους, από απλούς ληστές, μέχρι άτακτα στρατεύματα και τους γνωστούς μας Κλέφτες. Βεβαίως, όπως έχουμε αναφέρει σε πολλά άρθρα στο παρελθόν, η δράση των πειρατών καθιστούσε και τα θαλάσσια δρομολόγια εξίσου επικίνδυνα.
Η κατάσταση αυτή, εξάλλου, ήταν που ώθησε του Οθωμανούς στην οργάνωση ενός δικτύου ασφαλείας των χερσίων δρόμων της Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια. Το δίκτυο αυτό περιλάμβανε τα Αρματολικά σώματα, καθώς και τις φρουρές των Δερβενιών, δηλαδή των στενωπών των ορεινών κυρίως οδών.
Παρόλα αυτά, το μήκος των οδών και το ανάγλυφο του εδάφους άφηναν μεγάλες εκτάσεις ουσιαστικά αφύλακτες. Ως εκ τούτου, όποιος επιθυμούσε να ταξιδέψει στα Βαλκάνια, έπρεπε να εξασφαλίσει προσωπική φρουρά για την ασφάλειά του. Στην Κέρκυρα φαίνεται ότι υπήρχαν άνθρωποι, ακόμη και “συντροφίες” (εταιρείες) που ανελάμβαναν τέτοιες αποστολές. Ως σωματοφύλακες ταξιδιωτών και εμπόρων εργάζονταν Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδας και Αλβανοί ένοπλοι, οι οποίοι, εκτός από τις ικανότητές τους στον χειρισμό των όπλων, διέθεταν και προσωπικές ή συγγενικές σχέσεις με τους τοπικούς πληθυσμούς, ακόμη και με όσους ασχολούνταν με τη ληστεία. Αυτές οι σχέσεις είχαν μεγαλύτερη βαρύτητα από τα όπλα στην ασφάλεια των ταξιδιωτών.
Στο παρακάτω έγγραφο από το Ιστορικό Αρχείο της Κέρκυρας περιγράφεται μία σύμβαση μεταξύ ενός Ιταλού ταξιδιώτη και ενός Αρβανίτη σωματοφύλακα:

Σύμβαση μεταξύ ταξιδιώτη και σωματοφύλακα (Κέρκυρα 16ος αι.)

αφξθ΄(1569), ημέρα θ΄(9η) του Φευβρουαρίου μηνός. Μισέρ Λεονάρδος Καρατζούλος από την Ανάπολη, κάτοικος εις το Τουζέντα από τον Κάβο, εγγύς το Τάραντο, παρών συμφώνησε με τον παρώντα Γιώνη Φροσάνα Αλβανίτη, ίνα συνοδεύψη αυτόν διά ξηράς έως την Κωνσταντινούπολη όπου μέλλει ο άνωθεν Μισέρ Λεονάρδος υπάγη και να επιστρέψη μετ’ αυτού εδώ εις τους Κορυφούς, και διά αμοιβή του άνωθεν Γγιώνη συνεφώνησαν διά τζεκίνια 20, ήγουν δουκάτα 30 Κορυφών....
Α.Ν.Κ., Συμβ., Τόμος Π 40, σ. 694r

Ο Μισέρ Λεονάρδος από τη Νάπολη, σταθμεύοντας στην Κέρκυρα πριν συνεχίσει το ταξίδι του προς την Κωνσταντινούπολη, προσέλαβε τον Γκιώνη Φροσάνα ως σωματοφύλακα. Η αμοιβή που συμφωνήθηκε αντιστοιχεί περίπου στην αμοιβή ενός στρατιώτη εν καιρώ πολέμου κατά την ίδια περίοδο.


(το παρόν άρθρο συντάχθηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα " Η Κέρκυρα Σήμερα")

21/9/09

Κυνηγοί επικηρυγμένων στην Κέρκυρα (16ος αι.)




Την προηγούμενη εβδομάδα είδαμε πώς πολλοί παράτολμοι άνδρες ελληνικής και αλβανικής καταγωγής εργάζονταν ως σωματοφύλακες, αναλαμβάνοντας επί πληρωμή τη φύλαξη εμπόρων και ταξιδιωτών. Η ληστεία ήταν πολύ διαδεδομένη στα Βλακάνια, όπως και σε όλη την Ευρώπη, μέχρι και τον 19ο αιώνα. Η Κέρκυρα δεν θα μπορούσε να λείπει από τα μέρη που μαστίζονταν από τους ληστές.
Η ανέχεια των χαμηλότερων τάξεων, η διαδεδομένη οπλοκατοχή και η περιορισμένη αστυνόμευση, είχαν ως αποτέλεσμα και στην Κέρκυρα να δρουν πολλοί ληστές κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας. Το πρόβλημα άργησε να αντιμετωπιστεί δραστικά, αλλά υπήρξε μία σταθερή βελτίωση των πραγμάτων κατά την περίοδο της Βρετανικής Προστασίας.
Μέχρι τότε, διάφοροι ευκαιριακοί και «επαγγελματίες» ληστές, ενέδρευαν σε διάφορα πρόσφορα μέρη, προκειμένου να ληστέψουν τους διαβάτες, από τους οποίους άρπαζαν τα συνήθως λίγα χρήματα που είχαν μαζί τους, όποια τιμαλφή και αντικείμενα αξίας, ακόμη και γεωργικά προϊόντα ή είδη οικοτεχνίας. Ως σημεία ενέδρας επέλεγαν συνήθως περάσματα στην ύπαιθρο, τα οποία ήταν σχετικά απομακρυσμένα από οικίες, αλλά πολλές φορές δεν δίσταζαν να ληστεύουν και σε πιο πολυσύχναστες περιοχές, όπως στην περιοχή της Νεραντζίχας κοντά στην οποία λειτουργούσε το πορθμείο που ένωνε το Κανόνι με το Πέραμα.
Ακόμη και η πόλη της Κέρκυρας, όμως, δεν ήταν απαλλαγμένη από τους ληστές. Στα σκοτεινά καντούνια της παραμόνευαν συχνά αδίστακτοι οπλοφόροι, οι οποίοι λήστευαν όποιον τύχαινε να περπατά μονάχος μέσα στη νύχτα. Θύματά τους έπεφταν απλοί πολίτες, ναυτικοί και έμποροί, ακόμη και κάποιοι απρόσεκτοι αριστοκράτες που επιπόλαια γύριζαν χωρίς συνοδεία από τις λέσχες ή άλλα καταστήματα διασκέδασης της εποχής. Λένε πως στον Άγιο Αντώνιο πολλοί έχασαν τα χρήματά τους και μερικοί ακόμη και τη ζωή τους.
Η αστυνόμευση, όπως αναφέραμε παραπάνω, δεν ήταν εκτεταμένη, ούτε υπήρχαν εξειδικευμένες υπηρεσίες που να αντιμετωπίζουν τα εγκληματικά φαινόμενα. Ακόμη και όταν ένας ληστής αναγνωριζόταν, δεν ήταν σίγουρο ότι μπορούσε να εντοπιστεί και να συλληφθεί. Πολλές φορές οι δίκες γινόταν ερήμην, ή απλώς δημοσιευόταν ένταλμα σύλληψης.
Όπου οι Βενετοί αντιμετώπιζαν ελλείψεις στον κρατικό μηχανισμό, στρέφονταν προς την «ιδιωτική πρωτοβουλία». Το ίδιο έκαναν και στον τομέα της δημόσιας τάξης, αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα των φυγόδικων ληστών με έναν τρόπο που θυμίζει... Άγρια Δύση! Οι επικηρύξεις ήταν συχνά η μόνη λύση για την αντιμετώπιση των ληστών, χωρίς να δαπανάται χρόνος και δυναμικό από την πλευρά της πολιτείας. Έτσι, η Διοίκηση όριζε αμοιβή για όποιον μπορούσε να συλλάβει, ή και να φονεύσει έναν επικίνδυνο ληστή.
Μία τέτοια περίπτωση εντοπίσαμε στο Ιστορικό Αρχείο της Κέρκυρας:

Επικήρυξη από την Κέρκυρα του 16ου αιώνα.

αφμβ΄ (1542), ημέρα ι΄ (10η) του Ιανουαρίου μηνός, κυρ Μπατίστας Μπον συνεφώνησε μετά του παρόντος Νικολάου Καριώτη διά όνομα Αυγουστίνου, υιού αυτού εκ χωρίου Καρουσάδων, και ελευθέρωσε προς αυτόν μία βότζε[1] έχι εις χείρας αυτού.......... εις τους 1524 ημέρα κδ΄ (24η) Οκτωβρίου. Οποίο βόζε ή βοτζε είναι εις όνομα του Ιακώβου Κωλυβά απέκτεινε[2] τον ποτέ Ιωάννη Μπαζαλανόν, δημόσιον ληστήν και μπαντίδον[3], ως εν τη γραφή του ειρημένου του τότε Ρεγγιμέντου[4] Κορφών φαίνεται, και τούτο διά δουκάτα 35 να του το παραδόσει καθαρόν και ελεύθερον, να μείνει ελεύθερος ο ρηθείς Αυγουστίνος.
Μάρτυρας κυρ Μιχαήλ Μανδιλίτσας.
Α.Ν.Κ., Συμβ. Τόμος Μ 182, Α΄ μέρος, σ. 11r

Ακόμη και μετά από πολλές αναγνώσεις, το παραπάνω κείμενο φαίνετια πολύ μπερδεμένο, ενώ το μέρος που παραλείψαμε περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα.
Παρόλα αυτά, έστω και ατελώς, μας αποκαλύπτεται ένα μέρος του συστήματος της δημόσιας τάξης στην Κέρκυρα της Βενετοκρατίας. Η διοίκηση του νησιού επικήρυσσε τους καταζητούμενους ληστές, και για τον σκοπό αυτό εξέδιδε εντάλματα, τα οποία μάλλον είχαν τη μορφή γραμματίων και μπορούσαν να μεταβιβαστούν.
Με ποιον τρόπο μπήκε σε μπελάδες ο Αυγουστίνος Καριώτης δεν γνωρίζουμε. Γνωρίζουμε όμως ότι ο ληστής Ιωάννης Μπαλαζανός έχασε τη ζωή του από τον κυνηγό επικηρυγμένων Ιάκωβο Κωλυβά.


_________________________

Σημειώσεις


[1] Βότζε: άγνωστη η ακριβής σημασία. Πιθανόν κλήση ή ένταλμα.
[2] Απέκτεινε: σκότωσε.
[3] Μπαντίδος: επικηρυγμένος.
[4] Ρεγγιμέντο: Διοίκηση.


(το παρόν άρθρο συντάχθηκε από τον Ανδρέα Γραμμένο και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Κέρκυρα Σήμερα")

13/9/09

The lost churches of Corfu

The visitor who walks by the old town of Corfu is impressed by the exceptionally large number of churches. There’s probably no other town in Greece with such a ratio of churches and people.
The number of the churches is the outcome of the intense religiousness of our ancestors, but also the estate of familial, guild and co-operational churches, which had the effect of the intense construction of religious buildings in the town, as well as in the country side. Corfiots were so determined to keep building more churches, that the Venetians had to introduce a number of laws forbidding the construction of new churches, although those laws were not enforced consistently.
Nevertheless, historians note that the number of the churches in Corfu town was much larger in the distant past. The calamities that the town suffered in times of war, from the raid of Barbarossa in 1537 to the bombing during WW II, resulted to the ruination of many churches. Nevertheless, most dismantlements occurred during the works of the fortification of the town, from the end of the 16th century, to the beginning of the 19th.
The only way to locate the churches that disappeared in the past is the study of the historic documents of the Metropolis (bishopric) and the Historic Archive of Corfu. Due to relevant papers we are able to determine almost precisely how many and which churches were lost, or “moved” in past centuries and recompose the topography of the religious buildings in Corfu.
In the Old Fortress, for example, nowadays there is only the church of St George, built as an Anglican Church by the British, in the period of the Protection (protectorate). The historian Sp. Carydes, in his study “Urban space and sanctuaries: the case of Corfu in the 16th century”, has located in the Old Fortress sixteen churches! Those churches, fifteen Greek Orthodox and one Roman Catholic, are the following: of St Paraskevi located near the “Clock”, of St Anargyroi right above the (now) toppled walls in NE of the fortress, of St Theodoroi under the “Campana” entrenchment, of St Vlassios at the north end of the Dry Fosse, of St George where about today is the cafeteria, of St Demetrios of the Bridge at the north end of Contra Fossa, of St Ioannes the Baptist just above St George, of St Nicolaos of “Evrais” (Jewish Quarter) at the north end of Martinego Rampart, of St Nicolaos of the Forum located in the yard in front of the old British Hospital, of St Pangratios at the place where the Music Department of the Ionian University is today, of St Elias in front of today’s St George, of St Mary Acheiropiitos east of “Castel Da Mar”, of St Mary Odigitria in the modern concert area, of St Mary Portiotissa above the entrance of Mandrachio, of St Mary Soteriotissa at the area of the ruined fortifications opposite St George, and the Roman Catholic church of Peter and Paul at the leveled area under the British Hospital.
Next we present a notaric paper of the 16th century, referring to the lost church of St George in the Castle:
Contract of Construction works at St George in the Castle (16th c.)


1545, day 26th of July. Present Master Ritzo Zoticos acknowledged that promises to build the walls of the church of St George, the one located in the Castle, towards the representatives of the former Master Stefanos Sarantaris and Master Marcos Martenegos, in the manner that as much wall he builds, all the clay, stone, lime and labour to be of the craftsman, apart of the marbles, and to have one net Ducat for every yard he builds and he is obliged to build well and all the stones he finds to keep as gift....
A.P.C., Not., Vol. M 182, p. 193v

(the above article was written by Andreas Grammenos and was published in the newspaper "Corfu Today")

ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΠΟΥ ΑΝΑΡΤΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΑΙ Η ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ, ΔΗΛΑΔΗ Η ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΣΥΝΤΑΚΤΗ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟΥ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝ.